Η γονική μέριμνα αποτελεί το ύψιστο και κυρίαρχο δικαίωμα των γονέων. Είναι ο πυρήνας της γονικής ιδιότητας. Περιλαμβάνονται σε αυτή η επιμέλεια του προσώπου και των πάσης φύσεως υποθέσεων που αφορούν το ανήλικο τέκνο, τη διοίκηση της περιουσίας του και την εκπροσώπησή του σε κάθε υπόθεση, δικαιοπραξία ή δίκη που αφορά το πρόσωπο ή την περιουσία του. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις που υπάγονται στη σφαίρα της γονικής μέριμνας αποτελούν η ονοματοδοσία του τέκνου, μια σοβαρή ιατρική επέμβαση, η επιλογή αναδόχου, οι θρησκευτική καθοδήγηση, για τα οποία απαιτείται πάντοτε η συναίνεση και των δύο γονέων που ασκούν τη γονική μέριμνα.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΤΕΚΝΟΥ
Η επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου αποτελεί τη βασικότερη έκφανση της γονικής μέριμνας.
Στην επιμέλεια περιλαμβάνονται η συνολική φροντίδα για τη σωματική, την πνευματική και την ψυχολογική ανάπτυξη του παιδιού, ώστε να καταστεί αυτό ολοκληρωμένη προσωπικότητα. Επιπλέον, σε αυτή περιλαμβάνονται, ενδεικτικά, τα θέματα που αφορούν στην ευπρεπή και κόσμια εμφάνιση και συμπεριφορά του παιδιού, την ανατροφή του, τη μόρφωση και την εκπαίδευση αυτού, τον προσδιορισμό του τόπου της διαμονής του, καθώς και τη λήψη σωφρονιστικών μέτρων.
Ως ανατροφή του ανηλίκου τέκνου νοείται η γενική διαμόρφωση της προσωπικότητας, η μόρφωση στη γενική παιδεία και καλλιέργεια και η εκπαίδευση ανάλογα με τις κλήσεις του παιδιού.
Η επίβλεψη του ανηλίκου τέκνου περιλαμβάνεται στην έννοια της επιμέλειας. Αφορά την εποπτεία του παιδιού ώστε να προστατεύεται και το ίδιο και τυχόν τρίτοι, από ενδεχόμενες επιζήμιες ενέργειές του. Η παραμέληση της εποπτείας από τους γονείς μπορεί να συνεπάγεται την υποχρέωσή τους για αποζημίωση τρίτων που υπέστησαν ζημιά από τη συμπεριφορά του ανηλίκου, ή ακόμη και να επισύρει τυχόν ποινικές ευθύνες τους.
Αναφορικά με τα σωφρονιστικά μέτρα, ο νόμος επιτρέπει τη λήψη αυτών εφόσον είναι «παιδαγωγικά αναγκαία» και «δεν προσβάλλουν την αξιοπρέπειά του». Επομένως, η λήψη υπέρμετρα αυστηρών σωφρονιστικών μέτρων μπορεί να θεωρηθεί κακή άσκηση της επιμέλειας του τέκνου και να αποφέρει αφαίρεση αυτής από τον ασκούντα γονέα. Σημειωτέον, πως η λήψη σωφρονιστικών μέτρων επιτρέπεται μόνο από τους γονείς του τέκνου και δεν δικαιούται κανένας τρίτος στην επιβολή αυτών ακόμη κι αν έχει τη συγκατάθεση των γονέων. Μια τέτοια πράξη μπορεί να επισύρει ποινικές ευθύνες και κυρώσεις.
Ιδιαίτερο νομικό ενδιαφέρον για την άσκηση της επιμέλειας παρουσιάζει η περίπτωση εκείνη κατά την οποία οι σύζυγοι – γονείς του ανηλίκου τέκνου αποφασίζουν να λύσουν το γάμο τους με την έκδοση διαζυγίου.
Στην περίπτωση του συναινετικού διαζυγίου οι γονείς αποφασίζουν από κοινού, υπογράφοντας ένα ιδιωτικό συμφωνητικό με το οποίο συμφωνούν ποιος από τους δύο θα ασκεί την επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου.
Σε διαφορετική περίπτωση, εκείνη κατά την οποία οι σύζυγοι αντιδικούν, το Δικαστήριο κρίνει ποιος από τους δύο γονείς θα ασκεί την επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου με γνώμονα πάντοτε «το συμφέρον του τέκνου». Τυχόν συμφωνία των γονέων ως προς το ζήτημα αυτό δεν δεσμεύει το Δικαστήριο. Σε πολλές περιπτώσεις, το Δικαστήριο εκδίδει την απόφασή του, ύστερα από προσωπική επικοινωνία του δικαστή με το παιδί, εφόσον βέβαια το παιδί είναι σε κατάλληλη ηλικία που του επιτρέπει να έχει ώριμη σκέψη και βούληση (με ποιον γονέα προτιμά να μείνει) την οποία συνεκτιμά. Συνήθως το Δικαστήριο εξετάζει το περιβάλλον στο οποίο θα μεγαλώνει το παιδί, τους δεσμούς του με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας (παππούδες, γιαγιάδες, θείοι κλπ) και επιπλέον ποιος από τους δύο γονείς θα είναι καταλληλότερος στην άσκηση του δικαιώματος της επιμέλειας.
Share