Διαζύγιο κατ’ αντιδικία

Σε πολλές περιπτώσεις τα έγγαμα ζευγάρια καταλήγουν στο διαζύγιο όχι επειδή το θέλουν και το συμφωνούν από κοινού αλλά επειδή έχει λάβει χώρα ένα γεγονός που έχει προκαλέσει ισχυρό κλονισμό στο γάμο.

Σύμφωνα με το άρθρο 1439 του Αστικού Κώδικα,

«Καθένας από τους συζύγους μπορεί να ζητήσει το διαζύγιο, όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονισθεί τόσο ισχυρά, από λόγο που αφορά το πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα.

Εφόσον ο εναγόμενος δεν αποδεικνύει το αντίθετο, ο κλονισμός τεκμαίρεται σε περίπτωση διγαμίας ή μοιχείας αυτού, εγκατάλειψης του ενάγοντος ή επιβουλής της ζωής του από τον εναγόμενο καθώς και σε περίπτωση άσκησης από τον εναγόμενο ενδοοικογενειακής βίας εναντίον του ενάγοντος.

Εφόσον οι σύζυγοι βρίσκονται σε διάσταση συνεχώς από δύο τουλάχιστον χρόνια, ο κλονισμός τεκμαίρεται αμάχητα και το διαζύγιο μπορεί να ζητηθεί, έστω και αν ο λόγος του κλονισμού αφορά στο πρόσωπο του ενάγοντος. Η συμπλήρωση του χρόνου διάστασης υπολογίζεται κατά το χρόνο συζήτησης της αγωγής και δεν εμποδίζεται από μικρές διακοπές που έγιναν ως προσπάθεια αποκατάστασης των σχέσεων μεταξύ των συζύγων».

Με τη διάταξη αυτή καθιερώνεται ως λόγος διαζυγίου ο αντικειμενικός κλονισμός της έγγαμης σχέσεως, βάσει του οποίου μπορεί να ζητηθεί το διαζύγιο. Ο ενάγων για τη θεμελίωση και παραδοχή της αγωγής του θα πρέπει να επικαλεσθεί και να αποδείξει ότι ο γάμος έχει κλονισθεί από ορισμένα γεγονότα που αναφέρονται στο πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων και ο κλονισμός αυτός είναι τόσο ισχυρός ώστε βασίμως η εξακολούθηση της συμβιώσεως έχει καταστεί αφόρητη γι` αυτόν.

Ειδικά δε για τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παρ. 2 του παραπάνω άρθρου, (διγαμία, μοιχεία, επιβουλή της ζωής και άσκηση ενδοοικογενειακής βίας) αρκεί να αποδειχθεί η ύπαρξή τους προκειμένου να συναχθεί πως πράγματι ο γάμος έχει κλονισθεί και να λυθεί ο γάμος.

Για τη διάσταση, αρκεί να αποδειχθεί πως οι σύζυγοι βρίσκονται σε ψυχική και σωματική διάσταση για δύο συνεχόμενα χρόνια, δίχως τη βούληση για συνέχιση του κοινού έγγαμου βίου τους. Έχει κριθεί πως ακόμη κι αν οι σύζυγοι συνεχίζουν να ζουν κάτω από την ίδια στέγη, δίχως όμως τη βούληση να λειτουργούν ως σύζυγοι (ανυπαρξία κοινωνίας βίου), υφίσταται διάσταση μεταξύ τους, η οποία και θεμελιώνει αυτοτελή λόγο για τη λύση του γάμου τους.

Επιπλέον, σύμφωνα και με το άρθρο 1440 του Αστικού Κώδικα,

«Καθένας από τους συζύγους μπορεί να ζητήσει το διαζύγιο όταν ο άλλος έχει κηρυχθεί σε αφάνεια».

Σε αφάνεια μπορεί να κηρυχθεί όποιος εξαφανίστηκε ενώ βρισκόταν σε κίνδυνο ζωής, ή επειδή λείπει πολύ καιρό χωρίς ειδήσεις (τουλάχιστον για ένα έτος) και εξ αιτίας αυτών είναι πολύ πιθανός ο θάνατός του.

Στην περίπτωση που ένα πρόσωπο κηρυχθεί σε αφάνεια, ο γάμος δεν ακυρώνεται αυτοδικαίως αλλά προαπαιτείται η κατάθεση αίτησης διαζυγίου από τον σύζυγό του. Το δικαστήριο του διαζυγίου δεσμεύεται από την απόφαση της κήρυξης σε αφάνεια.

Σε περίπτωση που ο άφαντος επανεμφανισθεί, μετά την αμετάκλητη απόφαση του διαζυγίου, ο γάμος δεν αναβιώνει. (παραμένει επομένως έγκυρος ο νέος γάμος που τυχόν θα έχει συνάψει ο σύζυγος του αφάντου)